Πολιτική και Ρίσκο
Μία από τις πολλές καινοτομίες που μας προσέφερε η μεταβιομηχανική εποχή, είναι αυτό που ονομάζεται ‘venture capital’ και το οποίο είναι η επιτομή της έννοιας του ρίσκου στην οικονομία. Δεν είμαι βέβαιος για τη σωστή απόδοση στα ελληνικά αλλά θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε ‘κεφάλαιο διακινδύνευσης’. Δεν είναι ακριβώς προϊόν της μεταβιομηχανικής εποχής αφού οι ρίζες του ανάγονται στα πρώτα χρόνια μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο, αλλά είναι αυτή που το εκτόξευσε στα ύψη. Σε πολύ μεγάλο βαθμό, η βιομηχανία της Silicon Valley αλλά και το λεγόμενο dotcom boom, χρωστάνε την ύπαρξή τους στα κεφάλαια διακινδύνευσης.
Κατ’ αυτά, ο καπιταλιστής αναζητεί ριζοσπάστες ανθρώπους με καινοτόμες ιδέες που θα μπορούσαν να συνταράξουν την αγορά, αν είχαν τον τρόπο να φτάσουν σ’ αυτήν. Το πρόβλημά τους είναι ακριβώς ότι ενώ οι ιδέες μπορεί να είναι πρωτοπόρες, οι άνθρωποι που τις συνέλαβαν δεν έχουν τα μέσα, δηλαδή το κεφάλαιο πρωτίστως, αλλά και τις managerial δυνατότητες για να τις υλοποιήσουν. Αυτά έρχεται και τα προσφέρει απλόχερα ο venture capitalist. Συνήθως, με αντίτιμο ένα κομάτι των μετοχών της επιχείρησης. Εφόσον όλα πάνε καλά, το αποτέλεσμα είναι μια win-win κατάσταση. Βέβαια, από τους 100 ανθρώπους που θα χρηματοδοτήσει ένας venture καπιταλιστής, μπορεί 2, 3, 5 να αποδειχθούν ‘χρυσωρυχεία’, οι υπόλοιποι ξεχνιούνται ή πρέπει να αναζητήσουν την τύχη τους με μια καινούργια ιδέα.
Γιατί όμως με απασχολούν σήμερα αυτά. Μα γιατί είναι κατά τη γνώμη μου, ακριβώς αυτό που χρειάζεται η ελληνική πολιτική σκηνή και πολύ περισσότερο ο χώρος του ΠΑΣΟΚ. Ας δούμε την αναλογία:
Ο νέος πρόεδρος του Κινήματος (βλέπε, ΓΑΠ), είναι ο venture capitalist, γιατί κρατά στα χέρια του το πολιτικό κεφάλαιο που ονομάζεται ΠΑΣΟΚ. Είναι δική του ευθύνη, να αναζητήσει, να ταυτοποιήσει και να επενδύσει πάνω σε ενδεχομένως άγνωστους πολιτικά ανθρώπους, που να είναι όμως φορείς ιδεών πολιτικής πρωτοπορίας. Ασφαλώς, δεν μπορεί να είναι αυτό το μόνο κριτήριο, πρέπει να συντρέχουν και άλλες προϋποθέσεις στην πολιτική, που δεν είναι απαραίτητα αναγκαίες στην αγορά, όπως η μόρφωση, το έργο μέχρι εκείνη τη στιγμή, η ηθική ακεραιότητα, η κοινωνική καταξίωση κοκ.
Εδώ και πολλά χρόνια όμως, το ΠΑΣΟΚ αναζητά στελέχη σε δύο δεξαμενές. Αυτή των δημοσίων υπαλλήλων, όπου κάποιοι καταχρώμενοι τις κρατικές υπηρεσίες αποκτούν μια αντιθεσμική μεν αλλά υπαρκτή κοινωνική εξουσία (που βέβαια, μετά, εξαργυρώνεται εκλογικά), και αυτή των κλώνων του κομματικού σωλήνα, που εκπαιδεύονται χρόνια και χρόνια σε πολιτικούς ελιγμούς και ραδιουργίες αλλά όχι και στην ευγενή πολιτική σκέψη, σε μια σκέψη που να έχει αντίκρυσμα στο κοινωνικό γίγνεσθαι και όχι μόνο στις προσωπικές τους καριέρες. Προσθέστε σ’ αυτά και κάποιους κομήτες από την ακαδημαϊκή κυρίως σφαίρα, αλλά και την κατ’ εμέ τραγικά εσφαλμένη επαγγελματοποίηση της πολιτικής (ποιος άραγε θεσμοθέτησε το ασυμβίβαστο;) και έχετε στα χέρια σας ολόκληρο το puzzle της στελεχιακής γενεαλογίας.
Είναι προφανές, αποδείχθηκε άλλωστε στις τελευταίες εκλογές ότι αυτή η τακτική δεν έχει αύριο. Αλλά επειδή στην πολιτική δεν υπάρχουν αδιέξοδα, η λύση θα μπορούσε ίσως να βασιστεί στις αναλογίες με τα κεφάλαια διακινδύνευσης, άλλωστε σήμερα, αν είναι να ελπίσουμε σε κάτι καλύτερο, οφείλουμε να διακινδυνεύσουμε, να ρισκάρουμε.
Αν αυτό ο νέος πρόεδρος το κάνει συστηματικά και με επιμονή, θα παραχθούν τελικά τα νέα στελέχη που θα μπορέσουν να σηκώσουν στις πλάτες τους την Κοινωνία και τις ανάγκες της -άρα και το Κίνημα- για μια νέα εποχή. Αν όμως αυτό το κάνει πρόχειρα, ερασιτεχνικά και ελλειπτικά, όπως πχ στην περίπτωση Ματσούκα, τότε καλύτερα να μη γίνει καθόλου, τότε ίσως είναι καλύτερα να δούμε με άλλο μάτι και με λιγότερες συναισθηματικές δεσμεύσεις το αύριο.